Με τα «θέματα» του Αιγαίου να δρομολογούνται στο ασαφές και προβληματικό πλαίσιο των διερευνητικών επαφών, η τουρκική κυβέρνηση επιδιώκει να θέσει στην κορυφή της ατζέντας των ελληνοτουρκικών μειονοτικό ζήτημα όχι μόνο στη Θράκη αλλά και στη Ρόδο και στην Κω.
Η έγερση μειονοτικού ζητήματος συμπληρώνει ένα ιδιαίτερα δυσμενές πλαίσιο, καθώς στο θέμα του Αιγαίου διατυπώνεται ήδη μια νέα προσέγγιση, που η Ελλάδα καλείται να καταβάλει δυσανάλογο κόστος, με εγκατάλειψη κυριαρχικών δικαιωμάτων, προκειμένου να «αγοράσει» ασφάλεια από την Τουρκία. Και την Αγκυρα με προσβλητικό τρόπο να προβάλλει ως δέλεαρ για το «μοίρασμα» του Αιγαίου το οικονομικό όφελος που υποτίθεται θα προκύψει από τη συνεκμετάλλευση και τις άλλες κοινές δράσεις.Λίγες ημέρες πριν από την άφιξη στην Αθήνα του κ.Τ. Ερντογάν το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών στην επίσημη ιστοσελίδα του εμφάνισε ειδικό «μπάνερ» που παραπέμπει σε επίκαιρα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής (υπό μορφή «Συχνά Τιθέμενων Ερωτημάτων» - Frequently Asked Questions).
Στην ιστοσελίδα αυτή περιλαμβάνονται υπό μορφή απαντήσεων σε ερωτήματα οι επίσημες θέσεις της Τουρκίας για τις σχέσεις με το Ισραήλ, την Αρμενία, την Ε.Ε. και την Ελλάδα.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι στο ερώτημα «Ποια είναι τα προβλήματα μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας» η απάντηση είναι εκτενής μεν αλλά περιορίζεται μόνο στο θέμα της μειονότητας, αποκαλύπτοντας έτσι τον σταθερό προσανατολισμό της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στην έγερση μειονοτικού ζητήματος.
Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών αναφέρει ότι «Τουρκική Μειονότητα, που αριθμεί 150.000 μέλη, αντιμετωπίζει παραβιάσεις των μειονοτικών δικαιωμάτων της» και απαριθμεί όλο τον «κατάλογο» που με κάθε ευκαιρία θέτουν τα ακραία στοιχεία της μειονότητας.
Η μη αναγνώριση της εθνικής ταυτότητας, η μη αναγνώριση των εκλεγμένων θρησκευτικών ηγετών, προβλήματα σχετικά με τη διαχείριση των βακουφιών, προβλήματα ιθαγένειας με τον ισχυρισμό ότι δεν έχει επιστραφεί η ιθαγένεια σε 60.000 άτομα.
Ειδική αναφορά γίνεται στο κεφάλαιο της εκπαίδευσης, καθώς η Αγκυρα επιμένει στο αίτημα για «εκπαίδευση σε νηπιαγωγεία και παιδικούς σταθμούς στη μητρική γλώσσα» (όταν είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει πρόγραμμα σπουδών στην προσχολική εκπαίδευση).Το 3%
Εντονα προβάλλεται και ο ισχυρισμός ότι για τη χαμηλή πολιτική εκπροσώπηση της μειονότητας ευθύνεται το πλαφόν του 3% που προβλέπει ο εκλογικός νόμος, στερώντας έτσι τη δυνατότητα εκλογής «ανεξάρτητων βουλευτών» (σ.σ. καθώς η Τουρκία προφανώς θεωρεί ότι δεν μπορεί να εξυπηρετηθούν πλήρως τα συμφέροντά της με τους βουλευτές που εκλέγονται με τα ελληνικά πολιτικά κόμματα). Στο κείμενο γίνονται ειδικές αναφορές στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που δίνουν πράσινο φως στη χρήση του όρου «τουρκικός» σε συλλόγους, αλλά και για τις αποφάσεις σχετικά με τους ψευδομουφτήδες.
Η Αγκυρα όμως θέτει πλέον και επίσημα ζήτημα «τουρκικής μειονότητας» σε Ρόδο και Κω:
«Η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει μειονοτικά δικαιώματα στην τουρκική κοινότητα στην Ρόδο και στην Κω με το επιχείρημα ότι τα νησιά δεν της ανήκαν όταν υπογράφτηκε η Συνθήκη της Λοζάνης. Η τουρκική κοινότητα στα νησιά αντιμετωπίζει δυσκολίες στο θέμα της διαχείρισης των βακουφιών της, στην άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων της και στην τουρκική εκπαίδευση» αναφέρεται χαρακτηριστικά.Το «κοινό όραμα» στο Αιγαίο
Ζητούν «μοίρασμά» του, «πουλώντας» ασφάλειαΤο επόμενο ζήτημα που τίθεται υπό μορφή ερωτήματος είναι «Εάν μπορούμε να μιλήσουμε τελικά για επαναπροσέγγιση».
Το τουρκικό ΥΠΕΞ, κάνοντας εκτενή αναφορά για τη διαδικασία που ξεκίνησε το 1999 και τη νέα ώθηση που υπήρξε μετά την εκλογή του Γ. Παπανδρέου δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο Συμβούλιο Συνεργασίας Υψηλού Επιπέδου (High Level Cooperation Council-HLCC), στο οποίο συμμετέχουν υπουργοί και από τις δύο πλευρές. Επισημαίνεται ότι αυτή η «δομημένη και θεσμοθετημένη φάση των διμερών σχέσεων θα επιτρέψει στις δύο χώρες να αναβαθμίσουν τις σχέσεις τους από τη φάση της επαναπροσέγγισης σε συνεταιρισμό», αποκτώντας «κοινό όραμα»
Με την προσέγγιση αυτή δίδεται ουσιαστικά η εντύπωση ότι δεν υφίστανται άλλα προβλήματα που εμποδίζουν την οριστική βελτίωση των σχέσεων των δύο χωρών και αρκεί η υλοποίηση της πρότασης του κ. Ερντογάν για τις κοινές συνεδριάσεις υπουργικών κλιμακίων για να αναβαθμιστούν οι σχέσεις σε «συνεταιρισμό».
Σοβαρά ερωτηματικά για το περιεχόμενο και το «εύρος» των διερευνητικών επαφών αλλά και του πολιτικού περιεχομένου της ελληνοτουρκικής προσέγγισης δημιουργούν οι συνεχείς (αποκαλυπτικές) δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων.
Ο κ. Ισμαήλ Καλίν, στενός σύμβουλος του Τούρκου πρωθυπουργού που συμμετείχε σε εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ, σε συνεντεύξεις του σε ελληνικά ΜΜΕ πρόβαλε τη θέση της χώρας του ότι το casus belli θα αρθεί όταν και η ελληνική Βουλή αποσύρει την απόφασή της για το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων. Η Αγκυρα ζητά, δηλαδή, ως αντάλλαγμα να καταργήσει η Ελλάδα τον νόμο με τον οποίο έγινε συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης για το Δίκαιο της Θάλασσας και να αποποιηθεί κυριαρχικών δικαιωμάτων που της αναγνωρίζει το Διεθνές Δίκαιο.
Ο κ. Καλίν, μάλιστα, αναγνωρίζοντας τον «άδικο» χαρακτήρα της ανταλλαγής που προτείνει, παραπέμπει στα «σπουδαία ζητήματα», τα οφέλη όπως λέει που θα αποκομίσουν οι δύο χώρες από το «μοίρασμα του Αιγαίου».
Σε σχέση με τις διερευνητικές επαφές έχει την αξία της και η απάντηση που δίνει το τουρκικό ΥΠΕΞ (στο ίδιο «ερωτηματολόγιο») στο ερώτημα:«Θα στείλουμε τα θέματα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης;». Η θέση του τουρκικού ΥΠΕΞ είναι η εξής:«Με σκοπό να επιλύσουμε όλα τα αλληλοσχετιζόμενα θέματα του Αιγαίου, η Τουρκία μέσα στο πλαίσιο της διαδικασίας διαλόγου που είναι σε εξέλιξη, δεν αποκλείει καμία μέθοδο ειρηνικής επίλυσης των διαφορών όπως αναφέρονται στο άρθρο 33 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ (διαπραγματεύσεις, μεσολάβηση, συμβιβασμό, διαιτησία ή δικαστική επίλυση από το Δ.Δ. της Χάγης) που θα βασίζεται στην αμοιβαία συναίνεση των δύο πλευρών».
Από "ΕΘΝΟΣ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου