Γράφει ο Γιώργος Σόρος (chairman of Soros Fund Management LLC)
Μοιράζομαι και εγώ τις αυξανόμενες ανησυχίες εξαιτίας της ανισοτιμίας των νομισμάτων. Ο υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας μίλησε για νομισματικό πόλεμο, και δεν έχει άδικο. Οι αγορές συναλλάγματος είναι το πεδίο όπου συγκρούονται οι διάφορες οικονομικές πολιτικές, και τα διάφορα πολιτικά συστήματα.
Το ισχύον σύστημα των ισοτιμιών είναι μονομερές. Η Κίνα έχει προσδέσει το νόμισμα της στο δολάριο, ενώ τα περισσότερα εθνικά νομίσματα διακυμαίνονται σε αξία ελεύθερα. Η Κίνα διαθέτει ένα σύστημα δυο πυλώνων, όπου οι λογαριασμοί κεφαλαίων ελέγχονται αυστηρά. Στις υπόλοιπες οικονομίες, αυτό δεν συμβαίνει. Έτσι όμως, το κινεζικό νόμισμα είναι μονίμως υποτιμημένο, και εγγυάται ένα σταθερό εμπορικό πλεόνασμα για τη χώρα.
Αυτή η κατάσταση επιτρέπει στη κυβέρνηση του Πεκίνου να αφαιρεί ένα σημαντικό μερίδιο από την αξία των κινεζικών εξαγωγών, χωρίς όμως να παρεμβαίνει στα οικονομικά κίνητρα που κάνουν τους ανθρώπους να εργάζονται σκληρά και να είναι τόσο παραγωγικοί. Είναι κάπως σαν τη φορολόγηση, μόνο που είναι πιο αποτελεσματική σαν μέθοδος. Αυτό είναι και το μεγάλο μυστικό της κινεζικής επιτυχίας. Της δίνει το πάνω χέρι στις συναλλαγές της με τις άλλες χώρες, επειδή η κυβέρνηση έχει στη διακριτική της ευχέρεια το πώς θα χρησιμοποιήσει το πλεόνασμα. Έτσι προστατεύτηκε η Κίνα από τη παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία και ταρακούνησε τον αναπτυγμένο κόσμο. Για τη Κίνα, η όλη κρίση ήταν κάτι το εξωτερικό, το οποίο απλά προκάλεσε μια πτώση στις εξαγωγές της.
Δεν θα είναι υπερβολή το να πούμε, πως από τότε που ξέσπασε η κρίση, η Κίνα έχει τον έλεγχο. Οι κινήσεις του νομίσματός της έχουν επηρεάσει αποφασιστικά τις ισοτιμίες. Νωρίτερα φέτος, με τις φασαρίες του ευρώ, η Κίνα υιοθέτησε πολιτική αναμονής. Η απουσία της ως αγοραστή, συντέλεσε στη πτώση του ευρώ. Όταν το ευρώ πήγε στα 120 έναντι του δολαρίου, τότε παρενέβη, προκειμένου να το διατηρήσει ως διεθνές συνάλλαγμα. Η αγορά του από πλευράς Κίνας, το βοήθησε να διασωθεί.
Πιο πρόσφατα, όταν η σχεδιαζόμενη νομοθεσία του αμερικανικού κογκρέσου για αντιμετώπιση της κινεζικής συναλλαγματικής πολιτικής αναδύθηκε ως απειλή, η Κίνα προχώρησε στην αύξηση της ισοτιμίας του γιουάν έναντι του δολαρίου, κατά μερικές ποσοστιαίες μονάδες. Όμως η άνοδος του ευρώ, του γεν και άλλων νομισμάτων, ισοφάρισαν τις απώλειες από τη πτώση του δολαρίου, και έτσι διατηρήθηκε το πλεονέκτημα της Κίνας.
Σήμερα, η κυρίαρχη θέση των Κινέζων απειλείται εξαιτίας τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών παραγόντων. Η παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση έχει εντατικοποιήσει τις πιέσεις για πολιτικές προστατευτισμού. Χώρες όπως η Ιαπωνία, η Κορέα, και η Βραζιλία, άρχισαν να παρεμβαίνουν μονομερώς στις συναλλαγματικές αγορές. Αν μιμηθούν τη Κίνα, επιβάλλοντας περιορισμούς στις μετακινήσεις κεφαλαίων, η Κίνα θα χάσει το πλεονέκτημά της. Πέραν αυτού, οι παγκόσμιες συναλλαγματικές αγορές θα διαταραχτούν, και η παγκόσμια οικονομία θα επιδεινωθεί.
Στο εσωτερικό, η κατανάλωση ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει μειωθεί από το ήδη χαμηλό 46% το 2000 στο 35.6% το 2009. Οι περαιτέρω επενδύσεις σε κεφάλαια δεν αποδίδουν, και έτσι η κατανάλωση θα πρέπει να αυξηθεί ταχύτερα από το ΑΕΠ.
Όλα συντείνουν στο ότι η αξία του κινεζικού νομίσματος θα πρέπει να σημειώσει άνοδο. Αυτό όμως πρέπει να γίνει με διεθνή συντονισμό για να αποφευχθούν οι παγκόσμιες ανισορροπίες. Οι ανισορροπίες στην Αμερική είναι οι ακριβώς αντίθετες αυτών της Κίνας. Η Κίνα απειλείται από πληθωρισμό, οι ΗΠΑ από αποπληθωρισμό. Η κατανάλωση της Αμερικής είναι στο 70% του ΑΕΠ, ποσοστό πολύ υψηλό. Οι ΗΠΑ έχουν την ανάγκη δημοσιονομικών κινήτρων για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα, και την άνοδο της αξίας του κινεζικού νομίσματος για να μειωθεί το έλλειμμα του εμπορικού τους ισοζυγίου και να απαλύνουν τα βάρη του συσσωρευμένου χρέους. Η Κίνα με τη σειρά της, θα μπορούσε να αποδεχτεί ένα πιο ακριβό γιουάν και ένα χαμηλότερο ποσοστό συνολικής ανάπτυξης για όσο χρόνο το μερίδιο της κατανάλωσης αυξάνεται, και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου συνεχίζεται. Το κοινό στην Κίνα θα είναι ικανοποιημένοι, και μόνο οι εξαγωγείς θα υποστούν κάποιες απώλειες, ενώ και το συναλλαγματικό πλεόνασμα που συσσωρεύει η κινεζική κυβέρνηση θα μειωνόταν. Μια μεγάλη άνοδος θα ήταν καταστροφική, όπως λέει και ο πρωθυπουργός Wen, αλλά ένα 10% το χρόνο, θα ήταν ανεκτό.
Επειδή η κινεζική κυβέρνηση είναι ο άμεσος αποδέκτης αυτών των κερδών, χρειάζεται τρομερή προβλεπτική ικανότητα ώστε να δεχτεί τη μείωση της ισχύος της και να αναγνωρίσει τα πλεονεκτήματα του συντονισμού των οικονομικών της πολιτικών με αυτές του υπόλοιπου κόσμου. Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό, πως η Κίνα δεν μπορεί να συνεχίσει να ανεβαίνει οικονομικά, χωρίς να δίνει σημασία στα συμφέροντα των εμπορικών της εταίρων.
Μόνη η Κίνα είναι σε θέση να ξεκινήσει μια διαδικασία διεθνούς συνεργασίας επειδή μόνο αυτή μπορεί να προσφέρει το κίνητρο της υπερτίμησης του γιουάν. Η Κίνα έχει ήδη χτίσει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό δημιουργίας συναίνεσης στο εσωτερικό της. Τώρα πρέπει να κάνει ένα βήμα παραπάνω, και να δημιουργήσει συναίνεση σε διεθνές επίπεδο. Η ανταμοιβή της θα είναι η αποδοχή της ανόδου της, από τις υπόλοιπες χώρες του πλανήτη.
Είτε το αντιλαμβάνεται είτε όχι, η Κίνα έχει βγει μπροστά ως παγκόσμια ηγέτιδα. Αν δεν αναλάβει και τις ευθύνες αυτής της ηγεσίας, το παγκόσμιο σύστημα συναλλάγματος μπορεί να διαλυθεί και να συμπαρασύρει και την παγκόσμια οικονομία. Ούτως ή άλλως, το πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο της Κίνας αργά ή γρήγορα θα συρρικνωθεί, όμως αυτό που θα ήταν καλύτερο για τη χώρα θα ήταν η συρρίκνωση αυτή να οφείλεται σε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και όχι σε μια παγκόσμια οικονομική σύνθλιψη.
Οι πιθανότητες για ένα θετικό αποτέλεσμα δεν είναι πολλές, όμως πρέπει να το επιδιώξουμε διότι ελλείψει μιας διεθνούς συνεργασίας, ο κόσμος πορεύεται προς μια περίοδο αναταραχών και αναστατώσεων.
By George Soros
Financial Times