Από το Χρήστο Λυμπέρη – Ναύαρχο ε.α Επίτιμο Α/ΓΕΕΘΑ - Η παρατεταμένη οικονομική κρίση έχει οδηγήσει σε σημαντική μείωση των αμυντικών δαπανών, με προφανείς τις προεκτάσεις ενός αμυντικού ελλείμματος.Ανεξάρτητα από την κρίση, μια υπεύθυνη πολιτική ηγεσία είχε και έχει χρέος να μελετά και να διερευνά την οικονομική λειτουργία των Ενόπλων Δυνάμεων, όλου του αμυντικού συστήματος. Το 1995, ως αρχηγός ΓΕΕΘΑ, πρότεινα στην πολιτική ηγεσία να συνταχθεί σχετική μελέτη, αφού προηγουμένως αποκτήθηκε αντίστοιχη του βρετανικού ΥΕΘΑ ως οδηγός. Για τους δικούς της λόγους η πολιτική ηγεσία δεν προχώρησε στην πρόταση του ΑΓΕΕΘΑ.
Εκτιμώ, έστω και τώρα, ότι επιβάλλεται να επανεκτιμηθεί το κατά πόσον το αμυντικό μας σύστημα ικανοποιεί τους όρους οικονομικότερης λειτουργίας του. Μπορεί να περικόπτονται τα αμυντικά κονδύλια, ως συμμετοχή των στην κρατική προσπάθεια περιστολής των δημοσίων δαπανών, όμως αυτό από μόνο του δεν εξασφαλίζει ότι και οι διατιθέμενοι πόροι χρησιμοποιούνται κατά τον αποτελεσματικότερο τρόπο.
Τυχόν αμυντικό έλλειμμα επιβάλλει να προβληματιστούμε σοβαρά για τη μεγαλύτερη δυνατή εξουδετέρωση των συνεπειών αυτού.
Χωρίς να αντιτίθεμαι δογματικά στον ανοικτό δημόσιο διάλογο, εντός του οποίου ελλοχεύει κίνδυνος ακούσιας ζημιάς των απαιτήσεων ασφαλείας, τάσσομαι υπέρ ενός δομημένου διαλόγου εντός των θεσμικών Οργάνων (ΚΥΣΕΑ, Επιτροπή Βουλής επί θεμάτων Άμυνας, ΣΑ-ΓΕ κλπ,).
Τα αντικείμενα μιας τέτοιας συζήτησης μπορεί να είναι:
α. Είναι υπαρκτό αμυντικό έλλειμμα και πώς εκφράζεται ως δυνατότητες-αδυναμίες; Το κορυφαίο σημείο είναι το πόσο και πώς επηρεάζεται η αποστολή των Ε.Δ. και ιδιαίτερα η αποτρεπτική αξιοπιστία της Ελλάδας.
β. Διακρίνονται δυνατότητες-ευκαιρίες εξισορρόπησης του ενδεχομένου κινδύνου ασφαλείας; Ποιες είναι;
Έξω και πέρα από το πεδίο της άμυνας, η Ελλάδα, μια μικρή χώρα, προστατεύει καλύτερα τα εθνικά της συμφέροντα (γίνεται ασφαλέστερη), εάν διαθέτει ποιότητα πολιτικού κεφαλαίου, προβλεπτική ικανότητα των εξελίξεων, υπεροχή κινητικότητας της κρατικής μηχανής.
Η εθνική ενότητα και οι πολίτες προτάσσουν το συμφέρον της πόλης έναντι του ατομικού.
Πίσω από τις ικανότητες-αρετές αυτές, κρύβονται παιδεία, φιλοπατρία, αξίες και φιλοθεΐα. Το έλλειμμα όλων αυτών μας έχει οδηγήσει στη σημερινή εικόνα της ταπείνωσης και περιφρόνησης. Αντί να οδηγούμε τους άλλους στην πορεία των ηθικών αξιών και της κοινωνικής συνοχής, γίναμε ουραγοί.
Και το μεγάλο ερώτημα που προβάλλει είναι: «Τι ουν δει γενέσθαι; Πώς θα εξέλθει η Ελλάδα από την κρίση με τις λιγότερες ζημιές; Πώς θα αρχίσει η μεταμόρφωση;» Επ’ αυτών υπάρχουν σοφότεροι και ειδικότεροι για να απαντήσουν. Η ταπεινή μου άποψη συμπίπτει με την προτροπή του Ησιόδου (8ος αι. πΧ.)\ «Επένδυση στη γνώση, στην αγάπη της πόλης, στη δικαιοσύνη και την εργασία».
Για το ειδικότερο θέμα της εξισορρόπησης των αρνητικών συνεπειών από την περικοπή των αμυντικών δαπανών, και για την όσο δυνατόν διατήρηση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας, διαμορφώνονται τρεις κύριες επιλογές με σταθερά την αδυναμία αύξησης των δαπανών.
• Πρώτη επιλογή:
«Εξασφάλιση της οριακής αποδοτικότητας του παρόντος αμυντικού συστήματος μέσα από τη συντήρηση του. Τη σκληρή επιχειρησιακή εκπαίδευση και την αξιοκρατία/δικαιοσύνη στη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού».
Τη λύση αυτή θεωρώ εφικτή, κατάλληλη και παραδεκτή. Εξασφαλίζει υψηλό ηθικό, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν υπονομεύεται από άστοχες, αβασάνιστες, άδικες ενέργειες πολιτικών και δημοσιογράφων. Άβροχοι, ανίδρωτοι, ευεργετηθέντες και αμαρτωλοί στον σεβασμό του δημοσίου πλούτου και συμφέροντος έχουν συκοφαντήσει τον θεσμό των ΕΔ.
• Δεύτερη επιλογή:
«Ενίσχυση της αμυντικής ισχύος με επένδυση στη γνώση (στρατιωτική παιδεία) και άλλους πολλαπλασιαστές ισχύος. Εξεταστέα η μείωση της οροφής μονάδων, που δεν ανήκουν στην κατηγορία κρούσης, προς εξοικονόμηση των αναγκαίων πόρων».
Η λύση αυτή προϋποθέτει θεσμικές προσαρμογές και χρόνο για να αποδώσει. Εδώ θα πρέπει να επανεκτιμηθεί το εύρος της ελληνικής συμμετοχής σε αποστολές διεθνών οργανισμών. Είναι αντιφατικό να δαπανάμε εθνικούς πόρους για την ασφάλεια άλλων πλουτούντων σε βάρος μας.
Τρίτη επιλογή:
«Το ισχύον αμυντικό σύστημα θεωρείται ότι έχει ελάχιστα περιθώρια βελτίωσης και αναζητώντας εξισορροπητικές εισροές εθνικής ασφάλειας από συμμάχους και εταίρους ή ακόμη και άλλες χώρες, πχ. Ρωσία».
Η λύση αυτή υποφέρει από αβεβαιότητα προσφοράς των ζητούμενων ξένων εισροών. Το παρελθόν δεν εκπέμπει αισιοδοξία από την πλευρά του NATO και της Ε.Ε. και δεν έχει δοκιμαστεί στρατηγική εταιρικότητα με Ρωσία ή και άλλες χώρες. Η Ελλάδα δεν το ετόλμησε, εδίστασε. Φυσικά, κάθε απόφαση στρατηγικού βεληνεκούς δεν είναι απηλλαγμένη κινδύνων.
Καθίσταται φανερό ότι ένας συνδυασμός, που ολοκληρώνει στοιχεία των τριβών επιλογών, προβάλλεται ως η άριστη λύση. Μαγικές λύσεις και βεβαιότητα της επιτυχίας των δεν υπάρχουν στον αμυντικό χώρο.
Έτσι, προκύπτει ως άριστη λύση: «Προς εξισορρόπηση αμυντικού ελλείμματος vα δοθεί προτεραιότητα στην οριακή αξιοποίηση του διατιθέμενου αμυντικού δυναμικού (συντήρηση, επιχειρησιακή εκπαίδευση, αξιοκρατία, δικαιοσύνη), να γίνει επένδυση στους πολλαπλασιαστές ισχύος, μεταξύ των οποίων και η στρατιωτική παιδεία, και να αναζητηθούν εξωτερικές εισροές εθνικής ασφάλειας εντός του NATO, της Ε.Ε. και από άλλες Δυνάμεις».
Ένα είναι βέβαιο, ότι τον σταυρό της εθνικής ασφάλειας θα τον σηκώσουμε εμείς οι Έλληνες, δεν προσφέρονται Σίμωνες Κυρηναίοι.
Με αυτοπεποίθηση, καθαρό μυαλό, ενότητα και καθαρή συνείδηση ας αξιοποιήσουμε τις εθνικά ελεγχόμενες παραμέτρους, για να αποτραπούν οι κίνδυνοι που μας απειλούν.
Από τα τωρινά, που μας αηδιάζουν, πρέπει να ξεκόψουμε, να ξεθολώσουμε και να πάμε στα ανώτερα, που μας ταιριάζουν. Να ξαναδυναμώσει η φλόγα της ελληνικής σκέψης και αγάπης προς την πατρίδα, την Ορθόδοξη πίστη και Παράδοση.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις, τα στελέχη, μπορούν και οφείλουν να γίνουν πρωτοπόροι, υπόδειγμα μεταμόρφωσης με στηρίγματα τη γνώση, την εργατικότητα, φιλοπατρία και δικαιοσύνη.
Στο βιβλίο μου «ο δρόμος των στρατιωτικών», εκδόσεις Εν Πλω, Απρίλιος 2011 αναφέρομαι εκτενέστερα.