Το μεγαλύτερο μέρος της πρόσφατης κριτικής για υπερβολικές κρατικές σπατάλες στην Ευρώπη, εστιάζεται στους συνήθεις υπόπτους, όπως είναι η Ελλάδα, που ήδη είχαν υψηλά χρέη και ελλείμματα, όταν ξεκίνησε η κρίση πριν από τέσσερα χρόνια. Αν θέλουμε όμως να είμαστε ειλικρινείς, όσον αφορά σε υπερβολικές δαπάνες και σε κοινωνικό κράτος, καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι αθώα.
Ακόμη και οι «καλοί» Σκανδιναβοί, που έδειχναν δημοσιονομικά υγιείς το 2008, έπασχαν από υπερβολικό ιδιωτικό δανεισμό, ξόδευαν πολλά, και χρειάζονταν μεταρρυθμίσεις. Το μόνο ερώτημα είναι αν οι μεταρρυθμίσεις θα έπρεπε να γίνουν απότομα, ή σταδιακά.
Ας δούμε τα τέσσερα κράτη που βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης: Την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία. Έχουν πολλές διαφορές, αλλά επίσης έχουν και τρία σημαντικά κοινά χαρακτηριστικά.
Πρώτον, το συνολικό χρέος τους αυξήθηκε ραγδαία στη τελευταία δεκαετία, είτε εξαιτίας μεγάλου κρατικού δανεισμού (Ελλάδα, Πορτογαλία), είτε εξαιτίας μεγάλου ιδιωτικού δανεισμού (Ιρλανδία, Ισπανία).
Δεύτερον, όλες αυτές οι χώρες είχαν μεγάλα λογιστικά ελλείμματα πριν από την κρίση.
Τρίτον, οι κρατικές τους δαπάνες αυξάνονταν αλματωδώς. Στην Ελλάδα και στην Ισπανία, οι κρατικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 50-55% στα πέντε χρόνια που προηγήθηκαν της κρίσης. Στη Πορτογαλία κατά 35% και στην Ιρλανδία 75%! Κανένα άλλο κράτος της Δ. Ευρώπης δεν είχε τέτοιου είδους αυξήσεις.
Είναι φανερό, πως η επέκταση του κράτους πρόνοιας στην Ελλάδα και στη Πορτογαλία, έριξε τις χώρες αυτές στο έλεος των μηχανισμών διάσωσης. Το ίδιο όμως πρόβλημα είχαν η Ιρλανδία και η Ισπανία. Ένα μεγάλο μέρος της ευμάρειας που έζησαν οφείλονταν στις φούσκες ακινήτων, που εκτόξευσαν το ιδιωτικό χρέος. Ο κατασκευαστικός τομέας άνθισε, η εσωτερική κατανάλωση αυξήθηκε και η Ισπανία αναγκάζονταν να δανείζεται μέχρι και 8% του ΑΕΠ της κάθε χρόνο για να χρηματοδοτήσει το έλλειμμά ισοζυγίου της. Και όπως κάθε φούσκα, έτσι και αυτή επιτάχυνε την ανάπτυξη, η οποία συντέλεσε και στην αύξηση του κράτους.
Η ανάπτυξη όμως εξαφανίστηκε, και το χρυσάφι έγινε άμμος. Με απλά λόγια, μια ανάπτυξη που οφείλεται σε φούσκες, δεν είναι ποτέ βιώσιμη. Τα δημοσιονομικά πλεονάσματα μετατρέπονται σε ελλείμματα. Για παράδειγμα η Ισπανία μπήκε στο 2008 με πλεόνασμα προϋπολογισμού μεγαλύτερο του 2%, και κατέληξε το 2009 να έχει έλλειμμα 9%.
Αυτό ήταν μια συνηθισμένη ιστορία για την Ευρώπη της κρίσης. Ελάχιστοι όμως ασχολήθηκαν με τον ρόλο του κοινωνικού κράτους στη δημιουργία της κρίσης. Οι περισσότεροι εστίασαν σε μια διαμάχη μεταξύ του Keynes, και των Γερμανών. Η κευνσιανή σχολή είναι υπέρ του απόλυτου κοινωνικού κράτους, ενώ η γερμανική σχολή επιμένει στην δημοσιονομική πειθαρχία. Η μία σχολή θεωρεί την τσιγκουνιά αμαρτία, ενώ η άλλη θεωρεί τα ελλείμματα ανήθικα. Οι μεν θέλουν ανεξέλεγκτες κρατικές δαπάνες, οι δε λιτότητα, και πάλι λιτότητα.
Και οι δυο αυτές απόψεις αδυνατούν να αντιληφθούν ότι η ταχεία ανάπτυξη των κρατικών δαπανών συντελεί σε οικονομική κρίση και πως η ανάπτυξη που βασίζεται σε δαπάνες προκαλεί προβλήματα στις οικονομίες που έχουν ζήσει φούσκες.
Ας δούμε τον μέσο Ισπανό συνταξιούχο. Μέχρι πρόσφατα, εισέπραττε σύνταξη ίση με το 80% του μέσου μισθού ενός εργαζομένου. Έτσι, όσο αυξάνονταν η οικονομία, τόσο αυξάνονταν οι μισθοί και οι συντάξεις. Αυτό δεν θα αποτελούσε πρόβλημα, αν τα ημερομίσθια και οι συντάξεις έπεφταν, όταν έπεφτε και η οικονομία. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβαινε. Αντίθετα, οι συντάξεις παρέμεναν ίδιες, ακόμη και όταν μειώνονταν τα δημόσια έσοδα λόγω συρρίκνωσης της οικονομίας, προκαλώντας αρνητικές επιπτώσεις.
Τώρα, οι χώρες που πλήττονται από την κρίση θα πρέπει να προχωρήσουν σε δραστική μείωση του κράτους πρόνοιας. Οι ισπανικές κρατικές δαπάνες θα πρέπει να κοπούν κατά 25%. Η δε Ελλάδα θα είναι τυχερή αν οι περικοπές αυτές είναι μόνο κατά 50% των επιπέδων πριν από την κρίση.
Τα άσχημα νέα είναι ότι αυτές οι περικοπές θα είναι μόνο ο πρώτος γύρος της προσαρμογής. Η επόμενη δεκαετία θα φέρει στο προσκήνιο μια γερασμένη Ευρώπη, με υψηλότερες ανάγκες συντάξεων και υγειονομικής περίθαλψης. Αυτή η δημογραφική μετατόπιση θα είναι αισθητή παντού, ακόμη και στην Σκανδιναβία, που μέχρι στιγμής γλίτωσε από την κρίση χρέους.
Η Γερμανία για παράδειγμα, έχει ένα ασφαλιστικό σύστημα που δεν χρηματοδοτείται επαρκώς. Σύμφωνα με μελέτες, η υγειονομική της περίθαλψη θα χρειαστεί το 15% του ΑΕΠ έως το 2025, και το 26% έως το 2050.
Οι Δανοί εξεπλάγησαν πρόσφατα, όταν η κυβέρνησή τους, που αποτελείται από συνασπισμό αριστερών κομμάτων, ανακοίνωσε μια στρατηγική που επαναπροσδιορίζει τις κρατικές δαπάνες, βάζοντας άλλες πιο αυστηρές προτεραιότητες.
Η νέα τάση είναι πως το παρόν γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας δεν μπορεί να συνεχίσει ως έχει. Τα ευρωπαϊκά κοινωνικά συστήματα θα είναι πολύ διαφορετικά τα επόμενα 20 χρόνια. Θα συνεχίσουν να υφίστανται, αλλά με πολύ λιγότερες κοινωνικές παροχές, ενώ μεγάλο μέρος της κοινωνικής ασφάλισης θα είναι ιδιωτικό. Υπηρεσίες, όπως αυτή της υγείας, θα υπόκεινται στον ανταγωνισμό και σε μεγάλο βαθμό θα ανήκουν σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες.
Ο μεγάλος διαχωρισμός στην Ευρώπη δεν θα είναι μεταξύ Βορρά και Νότου, ούτε μεταξύ δεξιάς και αριστεράς. Θα είναι μεταξύ των χωρών εκείνων που νηφάλια και πειθαρχημένα θα διαχειρίζονται την μετάβαση από το παλιό κοινωνικό κράτος, και αυτών που τα γεγονότα θα τις αναγκάσουν να προσαρμοστούν απότομα και οδυνηρά.