Φαήλος Κρανιδιώτης
Σίγουρα η άποψή μου θα εκπλήξει τα βαριά διδακτορικά, τους βαθείς μύστες των οικονομικών. Ξέρετε, σαν αυτούς που μας οδήγησαν εδώ και σαν μερικούς που έχουν, λένε, το know how να μας βγάλουν.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι για να βγούμε από δω, από το συρματοπλεγμένο γερμανικό στρατόπεδο, όπου μας έχουν αλλάξει τον αδόξαστο στην «αλληλεγγύη», χρειάζεται να πάμε πίσω ολοταχώς.
Οι γονείς μας και οι παππούδες μας το θεωρούσαν ξεπεσμό να δανείζονται, όνειδος την εξάρτηση από τρίτους. Οσο μικρότερη τόσο καλύτερα. Δεν ξέρανε τι πάει να πει επιδότηση. Αν δεν δούλευες να παράγεις κάτι ή δεν πρόσφερες αληθινές υπηρεσίες, έμενε αδειανό το τσουκάλι σου. Αν έλεγες στον παππού μου ότι θα τον πλήρωνες για να θάβει το προϊόν του, θα σε θεωρούσε παλαβό. Και αν του ψιθύριζες να δηλώνει ανύπαρκτες καλλιέργειες και του ζητούσες να κάθεται στο καφενείο και να μοιράζεστε τα επιδοτηθέντα κλεψιμέικα, τότε σίγουρα θα ξέθαβε το καλωλαδωμένο γκρα και θα σε τουφέκαγε για την παλιανθρωπιά που του πρότεινες.
Γενιές και γενιές Ελλήνων έμαθαν ότι πρέπει να απλώνουν τα πόδια τους ως εκεί που φτάνει το πάπλωμά τους. Θεωρούσαν ανάπτυξη το πόσα καινούργια εργοστάσια λειτούργησαν, πόσα πλοία έχτισαν τα ναυπηγεία μας, πόσο περισσότερο στάρι, λάδι και άλλα αγροτικά προϊόντα παράγαμε και πόσο ανέβηκαν οι εξαγωγές μας. Δεν θεωρούσαν ανάπτυξη την αύξηση της κατανάλωσης με δανεικά, τη ραγδαία άνοδο των εισαγωγών και τη γενοκτονία των ελληνικών βιοτεχνιών και βιομηχανιών.
Την ανάπτυξη και την αληθινή ευμάρεια τις μετρούσαν με πράγματα που μπορούσες να αγγίξεις. Αληθινά προϊόντα και αληθινές υπηρεσίες που δίνανε δουλειές σε Ελληνες και έφερναν χρήμα απέξω. Χρήμα που δεν ήταν δανεικό, αλλά κερδισμένο με ιδρώτα, ευφυΐα, στην εθνική παραγωγή και στο ελεύθερο εμπόριο.
Κυρίως, όμως, υπήρχε μια κουλτούρα εργασίας, που θαύμαζε και επιβράβευε τον εργατικό και όχι τον κουτοπόνηρο επιτήδειο, τον ευφυή και όχι τον καταφερτζή.
Αυτή η κουλτούρα εργασίας, βασισμένη στα πανάρχαια αλλά και τόσο έφηβα θεμέλια της φιλοτιμίας, ανάστησε τη χώρα και όποτε εκείνη έπεσε, την ξανάστησε στα πόδια της. Γιατί περάσαμε και χειρότερα. Πολέμους, εθνικές καταστροφές, αληθινές χρεοκοπίες, προσφυγιά.
Αυτήν την κουλτούρα εργασίας καταστρέψαμε με τη δημοκρατία των κολλητών. Η φιλοτιμία μας, το καύσιμο για το μέλλον, υπάρχει αλλά αιμορραγεί.
Μην κοροϊδευόμαστε. Η Γερμανία κερδοσκοπεί από την κρίση. Την εκμεταλλεύεται. Και έχει και πολιτικό σχέδιο για μια καθολική ρεβάνς για το 1945. Είναι σαν κάποιον που την έχει στήσει την άκρη του δρόμου. Εσύ, ανόητος, έχεις αφήσει χάρβαλο το αμάξι σου, ασυντήρητο, χωρίς ασφάλεια, με σάπια λάστιχα, χαλασμένα φρένα και έχεις όλη τη φαμίλια σου μέσα. Μοιραία, αργά ή γρήγορα, θα φύγεις απ’ τον δρόμο και θα κείτεσαι οικογενειακώς και αιμόφυρτος μέσα στο αναποδογυρισμένο σαράβαλο.
Εσύ φταις για τα χάλια σου. Τα 'θελε ο απαυτός σου, αφού, αντί να φροντίσεις το βιος σου, να απλώσεις τα πόδια σου ως εκεί που φτάνει το πάπλωμα, δανειζόσουν, καλοπέρναγες με τα ψιλά και τα χοντρά σ' τα τρώγανε οι επιτήδειοι. Ωραίοι οι Ολυμπιακοί, ε; Η Γερμανία, όμως, που έχει κάνει τα κουμάντα της, με τη βιομηχανία της κραταιά και έναν σκασμό κεφάλαια, στέκεται στην άκρη του δρόμου και για να σου προσφέρει βοήθεια, σου παίρνει το πορτοφόλι, τη βέρα και υπογράφεις και κάτι μεταχρονολογημένες επιταγές.
Πίσω ολοταχώς, λοιπόν. Στη σοφία, στη σύνεση και τη φιλοτιμία των απλών ανθρώπων. Στην ανασυγκρότηση και αναδημιουργία της εθνικής παραγωγής. Πώς θα γίνει; Παράλληλα με την περιστολή της γραφειοκρατίας και της σπατάλης, με την ολοκλήρωση των διαρθρωτικών αλλαγών, ένα πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, με ταυτόχρονη έναρξη όλων των μεγάλων έργων (Ελληνικό, Καστέλι, λιμάνια, δρόμοι, υποδομές) θα είναι το πρώτο ευεργετικό σοκ κατά της ανεργίας και θα κινήσει, επιτέλους, τη μηχανή του χρήματος. Ηδη αργήσαμε. Υστερα θα ακολουθήσει η αληθινή εθνική παραγωγή, αφού μόνο σε ένα σταθερό περιβάλλον, που δεν θα κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή με έξοδο από την ευρωζώνη, θα έρθουν ιδιώτες επενδυτές να βάλουν τα λεφτά τους και να δημιουργήσουν νέες ιδιωτικές επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας.
Διότι, ακόμη και αν θέλουμε κάποια στιγμή δικό μας νόμισμα, για να μην παίρνουμε ρίσκα άλλων, αυτό δεν μπορεί να είναι επιλογή ήττας, με τη χώρα στο πάτωμα, με τη Λερναία Υδρα της διαφθοράς, της παρακμής, της σπατάλης και του αναποτελεσματικού κράτους αλώβητη, χωρίς εθνική παραγωγή. Μόνο ισχυρός και έπειτα από χρόνια μπορείς να κάνεις, αν το κρίνεις, μια τέτοια στρατηγική επιλογή.
Οχι όταν χρωστάς τη μάνα σου και τον πατέρα σου σε ευρώ και εισάγεις ακόμη και τις φακές και τα κρεμμύδια. Απλά και ελληνικά πράγματα. Και άλλωστε, το βάδισμα της χήνας μάς πάει; Δεν μας πάει.
Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης
dimokratianews.gr