Όταν ο ΓΑΠ καταδίωκε πολιτικά περιοδικά
(Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΜΟΝΟ)
του Κώστα Καραβίδα
Στο ΜΟΝΟ σκεφτήκαμε ότι θα έπρεπε να τιμήσουμε την αποχώρηση του Γιώργου Παπανδρέου από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, ανατρέχοντας στο παρελθόν και δίνοντας υλικό στον ιστορικό του μέλλοντος που θα ασχοληθεί με την περίπτωσή του. Μια ιστορία διδακτική και διασκεδαστική είναι αυτή που θα διαβάσετε στις παρακάτω γραμμές. Μια ιστορία εξόχως διαφωτιστική για το ποιόν του ανδρός, οι χειρισμοί του οποίου, στα δύο χρόνια της πρωθυπουργίας του, οδήγησαν τη χώρα στο Μνημόνιο και την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας.
Μια φορά κι έναν καιρό ο μέχρι πρότινος πρωθυπουργός της χώρας Γιώργος Παπανδρέου (ΓΑΠ) είχε βαλθεί να υπερασπιστεί την οικογενειακή τομή του καταδιώκοντας ένα σοβαρό αριστερό πολιτικό περιοδικό. Το “Αντί” που είχε τολμήσει να δημοσιεύσει αποκαλυπτικά ρεπορτάζ με κατηγορίες περί χρηματισμού του ίδιου αλλά και του στενού περιβάλλοντος του τότε πρωθυπουργού από τον μεγαλοαπατεώνα της μακρινής εκείνης εποχής , δρ. Γεώργιο Κοσκωτά.
Θυμηθήκαμε λοιπόν και σας παρουσιάζουμε στις επόμενες γραμμές μια ιστορία στην οποία ο τέως πρωθυπουργός κατείχε τον πρωταγωνιστικό ρόλο του μηνυτή και του τιμητή των ηθών απέναντι σ’ ένα μικρό πολιτικό περιοδικό, που είχε μεγάλη απήχηση, κυρίως τη δεκαετία του 80 και είχε συχνά το θράσος να βγάζει γλώσσα…
Ένα σκληρό πρωτοσέλιδο: “Κυβέρνηση απατεώνων”
Στις 11 Νοεμβρίου 1988 το Αντίκυκλοφόρησε έκτακτη έκδοση με προκλητικό εξώφυλλο και αιχμηρές αναφορές για ευθύνες του πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου και του περιβάλλοντος του στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Τα ρεπορτάζ του περιοδικού στηρίζονταν σε μαρτυρίες στενών συνεργατών του Κοσκωτά αλλά και διαφόρων πολιτικών παραγόντων που αργότερα, την ώρα του Ειδικού Δικαστηρίου και όταν το κλίμα είχε μεταστραφεί μεταθέτοντας την Κάθαρση στις ελληνικές καλένδες, ξαφνικά θα δήλωναν ότι “δεν τον ξέρουμε τον κύριο Παπουτσάκη, είναι τρελός”..
Το τεύχος 387 της 11.11.88 ήταν πάντως η κορύφωση της ρητορικής του Αντί απέναντι στον Παπανδρέου και την κυβέρνησή του. Η κυκλοφορία αυτού του αποκαλυπτικού έκτακτου τεύχους του Αντί υπήρξε περιπετειώδης. Την επομένη κιόλας άρχισε να εκτυλίσσεται μια πρωτοφανής για τα μεταπολιτευτικά χρονικά κρατική πρακτική κατάπνιξης της ελευθεροτυπίας. Υπηρεσιακοί παράγοντες της κυβέρνησης προέβησαν σε άτυπη κατάσχεση του εντύπου αγοράζοντας μαζικά από τα περίπτερα τα τεύχη του Αντί…Το Αντί αναγκαστικά τυπώθηκε και δεύτερη φορά, για φτάσει σε περισσότερα χέρια το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του για τα σκάνδαλα. Το περιοδικό έφτασε να κυκλοφορεί σε φωτοαντίγραφα από χέρι σε χέρι ή να διανέμεται
Την επόμενη μέρα της έκτακτης έκδοσης, το Σάββατο 12 Νοεμβρίου 1988, ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Μένιος Κουτσόγιωργας. βαλλόμενος πανταχόθεν εκείνη την περίοδο και που λίγο αργότερα απεβίωσε μέσα στον αίθουσα του Ειδικού Δικαστηρίου, κατέθεσε μήνυση σε βάρος του περιοδικού για συκοφαντική δυσφήμηση.
Παράλληλα ο προϊστάμενος της εισαγγελίας Πρωτοδικών Ι. Γαβρίλης άσκησε αυτεπάγγελτα δίωξη στο Αντί για «περιύβριση αρχής» .
Κι ενώ τη Δευτέρα 14 Νοεμβρίου το Έθνος δημοσίευε συνέντευξη του περιβόητου Παν Βακάλη, στενού συνεργάτη του Κοσκωτά στην οποία αναφερόταν ότι ο ΓΑΠ είχε τις πια συχνές επαφές με τον Κοσκωτά και ήταν αυτός που ξεκίνησε την κίνηση για τους “νέους επιχειρηματίες” κι έφερε σε επαφή τον Κοσκωτά με τον Μαργέλο. Εντούτοις ο ΓΑΠ δεν άσκησε δίωξη στο Έθνος αλλά μόνο στο Αντί Και ενώ η μήνυση του Κουτσόγιωργα αφορούσε προσωπικά τον εκδότη Παπουτσάκη ο ΓΑΠ μήνυσε παράλληλα όλη τη συντακτική επιτροπή (Β. Ζήσης, Π. Καφετζής. Γ Φλώρος). Αλλά και τον “Αντήνορα” τον σεβάσμιο και λόγιο δημοσιογράφο και συνεργάτη του Αντί και της Αυγής Σοφιανό Χρυσοστομίδη.
Προβαίνοντας σε ένα κακόγουστο σόου δηλώσεων ο ΓΑΠ επικαλέστηκε μάλιστα και την παρουσία 24 μαρτύρων υπεράσπισης που όρισε ο ίδιος, μεταξύ των οποίων ο Κύρκος. ο Ανδρουλάκης. ο Σάρκας, ο Γεννηματάς, ο Λαλιώτης, ο Κακλαμάνης, ο Αλευράς, ο Αρσένης, ο Μαγκάκης, ο Φυντανίδης και ο Καραπαναγιώτης. Φυσικά. οι περισσότεροι από τους μάρτυρες δεν ρωτήθηκαν ποτέ αν επιθυμούν να καταθέσουν Αντί , και τελικά στον ανακριτή προσήλθαν μόνον οι Τσούρας, Λεβογιάννης Καζακλάρης και ο δημοσιογράφος Σπ. Λιναρδάτος ο οποίος μετετράπη όμως σε συνήγορο υπεράσπισης .
Το βράδυ της 11ης Νοεμβρίου που είχε κυκλοφορήσει το επίμαχο τεύχος και ενώ οι φήμες έδιναν και έπαιρναν για ενδεχόμενη σύλληψη του Παπουτσάκη τα γραφεία του περιοδικού πλημμύρισαν με κόσμο και πολιτικούς που ήρθαν για συμπαράσταση. Ανάμεσά τους και στελέχη του ΠΑΣΟΚ που διατηρούσαν ακόμα καλές σχέσεις με το περιοδικό όπως ο Γεννηματάς, ο Μαγκάκης, ο Λαλιώτης, ο Πάγκαλος κ ά
Στο τέλος ο ΓΑΠ αποσύρει τη μήνυση
Τελικά, οι μηνύσεις των ΓΑΠ και Μένιου κατά του Αντί εκδικάστηκαν στις 25.4.1990, πάλι λίγες μέρες μετά τις νέες εκλογές.
Ο ΓΑΠ, φρέσκος πατέρας, λίγες μέρες μετά εμφανίστηκε αεράτος στο δικαστήριο.
Εκεί όμως γρήγορα στριμώχτηκε έχοντας απέναντί του τον Νίκο Κωνσταντόπουλο ως συνήγορο υπεράσπισης του Αντί. Η υπεράσπιση του Αντί εξέφρασε τη θέση ότι το περιοδικό άσκησε τη δημοσιογραφική του υποχρέωση, κάνοντας αυστηρή κριτική και έλεγχο σε μια υπόθεση που μόλις τότε είχε αρχίσει να ταλαιπωρεί την πολιτική ζωή του τόπου. Η αναφορά στο όνομα ΓΑΠ δεν έγινε για να θιγεί η τιμή και η υπόληψή του, αλλά ενείχε σύμφωνα με την υπεράσπιση, πρόθεση πολιτικής κριτικής.
Εκεί όμως γρήγορα στριμώχτηκε έχοντας απέναντί του τον Νίκο Κωνσταντόπουλο ως συνήγορο υπεράσπισης του Αντί. Η υπεράσπιση του Αντί εξέφρασε τη θέση ότι το περιοδικό άσκησε τη δημοσιογραφική του υποχρέωση, κάνοντας αυστηρή κριτική και έλεγχο σε μια υπόθεση που μόλις τότε είχε αρχίσει να ταλαιπωρεί την πολιτική ζωή του τόπου. Η αναφορά στο όνομα ΓΑΠ δεν έγινε για να θιγεί η τιμή και η υπόληψή του, αλλά ενείχε σύμφωνα με την υπεράσπιση, πρόθεση πολιτικής κριτικής.
Τότε ξαφνικά, με μια θεαματική κωλοτούμπα, ο ΓΑΠ, αρπάχτηκε από αυτήν την αποστροφή της ομιλίας του συνηγόρου και δήλωσε ότι αρκείται στη διευκρίνιση και ανακαλεί την έγκλησή του, πράγμα που δέχτηκαν ασμένως οι κατηγορούμενοι και το Δικαστήριο αποφάσισε την παύση της ποινικής δίωξης.
Λίγο πριν όμως ολοκληρωθεί η διαδικασία ο ΓΑΠ ζήτησε να εκφραστεί η λύπη των κατηγορουμένων προς τον μηνυτή τους, γεγονός που θα σήμαινε έμπρακτη ανάκληση του δημοσιεύματος και του ρεπορτάζ.
Ο εκδότης του Αντί Χρήστος Παπουτσάκης δήλωσε απερίφραστα ότι “καμιά λύπη δεν εκφράζω όταν κάνω τη δουλειά μου για να ασκήσω κριτική και έλεγχο”. Ο εισαγγελέας της έδρας αρκέστηκε απευθυνόμενος στον Παπουτσάκη να δηλώσει κύριε “κατηγορούμενε σας τιμά η παρρησία σας”!
Ο ΓΑΠ αποχώρησε σκεφτικός και λυπημένος για το ατυχές αλλά ασήμαντο πια περιστατικό. Οι αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις είχαν πια παρέλθει, η ΝΔ είχε ήδη ανάψει φώτα ότι δεν σκοπεύει να βάλει το μαχαίρι στο κόκαλο, ο τύπος είχε ήδη μεταστραφεί πάλι σε υπερασπιστή του Ανδρέα Παπανδρέου.
Το Αντί έμεινε πιστό μέχρι τέλους και εμμονικά στη γραμμή της Κάθαρσης και της αποκάλυψης σκανδάλων, απώλεσε 20.000 αναγνώστες μέσα σε λίγους μήνες και έκτοτε παρέμεινε ένα μικρό ζιζάνιο στα μάτια του συστήματος εξουσίας.
Σήμερα που το Αντί και ο εκδότης του δεν υπάρχουν στη ζωή, ο ΓΑΠ ολοκληρώνει μια πολιτική σταδιοδρομία, για την οποία ο ιστορικός του μέλλοντος μάλλον θα πρέπει να αναζητήσει πολλαπλές πηγές και σίγουρα θα δυσκολευτεί στην ερμηνεία τους.
(Διαβάστε περισσότερα για το θέμα στο τεύχος του ΜΟΝΟ που κυκλοφορεί στα περίπτερα, ή στο site του περιοδικού: http://monopressgr.wordpress.com/)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου