Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

Άλλο οι βούρτσες κι άλλο ο φιλελευθερισμός


Του Φαήλου Μ. Κρανιδιώτης
Είμαι σκληροπυρηνικός, το παραδέχομαι. Καλύτερα από το μαλακοπυρηνικός. Υπάρχουν πράγματα στα οποία είμαι αδιάλλακτος, στον πυρήνα των ιδεών μου, στον σεβασμό στους ήρωες και στα σύμβολα, στην πίστη στον Αρχηγό μου. Είμαι αδιάφορος στην επιτήδευση, την θεωρώ δείγμα ελαττώματος χαρακτήρα. Οι κομψευόμενοι μου προκαλούν θυμηδία και χλεύη. Αγαπώ τους αληθινούς χωριάτες, είναι ντόμπροι, δουλευταράδες, φιλόξενοι, ωραίοι Έλληνες. Τους τσομπάνους όμως που παριστάνουν με το μπλέϊζερ  τους «αστούς» στο Κολωνάκι και γλείφουν την καθεστωτική αριστερά με τα φουλάρια, τους υπολήπτομαι λιγότερο κι από αδέσποτο σκύλο, αν κι αδικώ τους σκύλους. Δεν θα κρίνω ποτέ κάποιον από την ηλικία, το φύλο, την εμφάνιση, την κοινωνική τάξη. Τον κρίνω από την ελευθεροφροσύνη, τον πατριωτισμό του και την συνέπεια.
Σιχαίνομαι τους ρουσφετολόγους, όσους κοπροσκύλιασαν μια ζωή στο Δημόσιο Πρυτανείο, έζησαν μια ζωή χλιδάτη, κερασμένη  από το Λαό κι ανάλωναν την ενέργεια τους στο να χώνουν την «πελατεία» τους σε θέσεις κι αργομισθίες, ροκανίζοντας το δημόσιο ταμείο και πουλώντας στους χαχόλους αέρα κοπανιστό.  Ντενεκέδες ξεγάνωτοι, που, αν προσπαθήσεις να θυμηθείς, για να τους συνδέσεις με μια ιδέα ή μια πράξη της προκοπής, θα ξύνεις το κεφάλι σου στην αιωνιότητα. Η επιτύμβια πλάκα τους θα γράψει «Ενθάδε κείται ο Ρούλης, πέρασε και δεν ακούμπησε».
Έχω περάσει όλη την εφηβεία μου και την ως τώρα ενήλικη ζωή μου στα κινήματα αλληλεγγύης για τους αγωνιζόμενους λαούς της περιοχής μας. Φταίει λίγο κι ο «Μικρόκοσμος» του Χικμέτ. Ακούστε το από τη Μαρία Δημητριάδη. Το 1982, όταν ο Ισραηλινός Στρατός πολιορκούσε την Βηρυτό, μαθητής της τρίτης λυκείου, ήμουν από τις λίγες χιλιάδες τρελούς Έλληνες που πήγαμε στα τότε γραφεία του PLO, Βασ. Σοφίας 25, και υπέγραψα δήλωση να πάω εθελοντής. Εφηβικός ρομαντισμός βασισμένος στο φυσικό αίσθημα δικαίου. Η πολιορκία έληξε με την αποχώρηση των φενταγίν της Φατάχ με ελληνικά πλοία, και ο παλαιστινιακός λαός δεν χρειάστηκε την ανύπαρκτη πολεμική εμπειρία μας. Σήμερα υποστηρίζω με νύχια και με δόντια τον άξονα Αθήνα, Λευκωσία, Τελ Αβίβ, γιατί αυτό επιβάλλει το κοινό εθνικό συμφέρον μας. Οι Παλαιστίνιοι που υποδέχθηκαν τον Ερντογάν με πανώ «καλώς ήρθες νέε Πορθητή», ας βρουν συμμάχους στον ισλαμοφασισμό. Δεν θα πάρω. Πολιτικά αλλά αργότερα και σαν μαχόμενος δικηγόρος, πάντα αμισθί, έκανα ότι μπορούσα για το κουρδικό και το αρμενικό ζήτημα. Με τ’ αρμενάκια μαζί σε πορείες, καλοί Έλληνες πολίτες αλλά και πιστοί στο όραμα του Τασνάκ, της Αρμενικής Επαναστατικής Ομοσπονδίας. Θαρραλέοι και πείσμονες στο αγώνα, φίλοι, που τους ανταπέδωσα την συντροφική αγάπη και τίμησα τις κοινές μας ιδέες, συντάσσοντας το 1994 την Εισηγητική Έκθεση και την πρόταση Νόμου με την οποία η Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων το 1996 αναγνώρισε την 24η Απριλίου ως ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Αρμενίων από την Τουρκία. Γιατί έτσι τιμάς τις ιδέες και τους φίλους, με πράξεις ορατές κι όχι με φιλικά χτυπήματα στην πλάτη. Ποιος το πρότεινε, ποιος ήταν ο σημαιοφόρος; Ποιος έφερε σε πέρας την πολιτική πρωτοβουλία; Ποιος άλλος; Ο Αντώνης Σαμαράς. Και πάντα μα πάντα πρώτος στην καρδιά μου ο αγώνας του Λαού μας στην Κύπρο, στην γη του Ευαγόρα και του Μιχαλάκη Καραολή κι ότι αφορά την αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού. Εκεί, κοντά στην αποτρόπαια αγχόνη που πήρε τον Ιάκωβο Πατάτσο, τον Ανδρέα Δημητρίου και τους συντρόφους τους, κυματίζει η Σημαία του μοναδικού αντιαποικιακού αγώνα στην Ευρώπη, μαζί με των Ιρλανδών του Σιν Φέϊν κι η Σημαία αυτού του αγώνα είναι γαλανόλευκη. Εκεί στα Φυλακισμένα Μνήματα, στον Αχυρώνα του Λιοπετριού και σ’ ένα ταπεινό λαγούμι στο Μαχαιρά, εκεί που ο φλεγόμενος Αυξεντίου, ο αρχηγός των αρχηγών, κυκλωμένος από χιλιάδες, είπε στον Αυγουστή Ευσταθίου: «Μη φοβάσαι ρε μισκή, μη φοβάσαι»! Γιατί, αδέρφια, για μένα είναι αξεχώριστα αυτά. Δεν μπορείς να μιλάς για το δίκιο των άλλων και ν’ αφήνεις ν΄αδικείται ο δικός σου λαός. Τότε είσαι υποκριτής, ψευτοπροοδευτικό κνώδαλο. Πάντα, στην σκέψη κάθε αληθινού πατριώτη κι όχι τηλεοπτικού πατριδέμπορα, πρώτη θέση έχουν όσα αφορούν το μέτωπο αντιπαράθεσης με τον τουρκικό ισλαμοφασισμό ή όποιον άλλο επιβουλεύεται την ελευθερία και την ευημερία του Λαού μας, από κυβερνήσεις ως Μνημόνια. Έχω φίλους που χάσανε την ζωή τους σε αυτά τα μετερίζια. Τον Θεόφιλο Γεωργιάδη, αδερφό και συνεργάτη, επίσης παλιό καταδρομέα, αυτό μας ένωσε, τον σκότωσαν τα όργανα της ΜΙΤ το 1994, μόλις γύρισε από το πρώτο διεθνές συνέδριο για το κουρδικό, που οργάνωσε στις Βρυξέλλες. Τον Κανί Γιλμάζ, κάποτε υπεύθυνο Ευρώπης του ΕΑΜ Κουρδιστάν, που κάποτε περάσαμε ώρες στην Φρανκφούρτη και την Αθήνα συζητώντας, τον σκότωσαν με εμπρηστική βόμβα στο Ερμπίλ πριν λίγα χρόνια. Ο Σαλμάν, από τα βασανιστήρια της τουρκικής στρατοχωροφυλακής, όταν βγήκε στο βουνό, του έπεφτε το όπλο απ’ τα χέρια. Ήρθε στην Ελλάδα κι ύστερα πήγε στη Γερμανία για θεραπεία σε ειδικό κέντρο για θύματα βασανιστηρίων. Ένας από τους πολλούς που υπερασπίστηκα, για τα συνήθη «εγκλήματα» του διωκόμενου χωρίς χαρτιά, με μόνη αμοιβή μια θερμή χειραψία και λέξεις μιας άγνωστης γλώσσας. Ένα βράδυ, στο Διεθνές Φεστιβάλ Κουρδιστάν, στο στάδιο της Άιντραχτ, διέσχισε πάνω σε κορμιά όλη την κερκίδα για να πέσει στην αγκαλιά μου. Η Ρόζι, συνεργάτης του αρχηγού της, που ο ακροδεξιός όχλος έκαψε δυο φορές το πατρικό της. Από μεγαλοαστική οικογένεια, θα μπορούσε να ζει στο αντίστοιχο Κολωνάκι και από το πανεπιστήμιο βρέθηκε στη φυλακή, μετά στο βουνό και στην πρώτη γραμμή του αγώνα. Μ’ ένα αδερφό νεκρό, η καλή μου Ρόζι, εξόριστη στην Ιταλία πια, που θα μπορούσε να κάνει μαθήματα αξιοπρέπειας στον συρφετό των μορφονιών, νεοσσών και ραμολιμέντων, που υποδύονται τους «προοδευτικούς», τους «φιλελεύθερους» και κομπάζουν για την τζούφια προσφορά τους και τις …θυσίες τους.
Λοιπόν, αδέρφια, γιατί σας τα γράφω αυτά; Γιατί δεν μπορείς να είσαι πατριώτης και να μην είσαι δημοκράτης και διεθνιστής. Δεν μπορείς να υποδύεσαι τον φιλελεύθερο και να είσαι ατζέντης της διαπλοκής, να παριστάνεις τον ανησυχούντα και να είσαι οπαδός της νεοφιλελεύθερης ανθρωποφαγίας, να έχεις πιάσει μούχλα από τις παρακάμαρες, όπου ξημεροβραδιάζεσαι. Άλλο οι βούρτσες κι άλλο ο φιλελευθερισμός. Κι ότι πιο πολύτιμο είναι ο Λαός. Όχι η «αστική ευπρέπεια» της παρασιτικής τάξης, που υποδύεται την αστική, όχι η παρφουμαρισμένη υποταγή τζιτζιφιόγκων, που πολιτεύονται ως Γκρούεζες του 1950 και καμώνονται τους θυσιασμένους τιμητές. Ο Λαός και μόνο ο Λαός. Οι Έλληνες. Σήμερα διακυβεύεται η Ελευθερία και η ευημερία τους. Εγώ είμαι με αυτούς, τους πολλούς, με τον Αρχηγό μου, που ελεύθερα επέλεξα. Είμαι με τις ιδέες του Ελληνικού Τρόπου, που ξεχωρίζουν το φιλελεύθερο πνεύμα από την δουλοπρεπή κομψευόμενη ανοησία.
 (Δημοσιεύεται στην σημερινή «Δημοκρατία»)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου