Από τις 5 Οκτωβρίου 1912 η Ελλάδα βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Το πρωί της ίδιας ημέρας οι ελληνικές δυνάμεις περνούσαν τη μεθόριο. Ένα κλίμα συγκρατημένου ενθουσιασμού επικρατούσε καθώς οι στρατιώτες απελευθέρωναν μέτρο το μέτρο χώματα ελληνικά. Οι μνήμες όμως του «μαύρου ‘97» δεν επέτρεπαν, προς το παρόν τουλάχιστον, την εκδήλωση άκρατου ενθουσιασμού.
Η ελληνική Στρατιά Θεσσαλίας είχε λάβει θέσεις γύρω από την εξέχουσα του Δαμασίου. Στο άκρο αριστερό, απέναντι από τη Δεσκάτη, είχε ταχθεί το Απόσπασμα Ευζώνων του συνταγματάρχη (ΜΧ) Στέφανου Γεννάδη, με δύο τάγματα Ευζώνων.
Το απόσπασμα αποτελούσε την ισχυρή πλαγιοφυλακή της στρατιάς. Νότια, στην κορυφή της εξέχουσας είχε ταχθεί η Ταξιαρχία Ιππικού, υπό τον υποστράτηγο Αλέξανδρο Σούτσο, με έδρα το χωριό Ζάρκο. Στην δεξιά πλευρά της εξέχουσας είχαν ταχθεί η IV Μεραρχία Πεζικού (ΜΠ), η III ΜΠ, η II ΜΠ και το Απόσπασμα Ευζώνων του αντισυνταγματάρχη (ΜΧ) Κωνσταντίνου Κωνσταντινόπουλου.
Η Ι ΜΠ είχε ταχθεί δίπλα στην ΙΙ. Πιο πίσω από τη μεθόριο είχαν ταχθεί οι V, VI και VII Μεραρχίες Πεζικού.
Με το πρώτο φως της 5ης Οκτωβρίου οι ελληνικές δυνάμεις πέρασαν τη μεθόριο. Οι εμπροσθοφυλακές τους συγκρούστηκαν με τις φρουρές των τουρκικών φυλακίων και τις ανάγκασαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους.
Οι Τούρκοι προέβαλαν ασθενή αντίσταση και, προφανώς βάση σχεδίου, αποσύρθηκαν βορειότερα. Μέχρι το βράδυ οι ελληνικές δυνάμεις, έχοντας απώλειες 46 νεκρούς και τραυματίες, είχαν προωθηθεί κατά μήκος της εξέχουσας του Δαμασίου και είχαν επανακτήσει την παλαιά γραμμή των συνόρων, όπως ήταν πριν το 1897.
Την επομένη η στρατιά συνέχισε την προώθηση. Το Γενικό Στρατηγείο, στο οποίο υπάγονταν απ’ ευθείας όλες οι μεραρχίες, στη διαταγή επιχειρήσεών του για την 6η Οκτωβρίου είχε διατάξει την κατάληψη της Ελασσόνας και της Δεσκάτης. Μπροστά από τις δύο κωμοπόλεις οι Τούρκοι είχαν εγκατασταθεί αμυντικά, αποφασισμένοι να τις υπερασπίσουν, αν και δεν διέθεταν ιδιαίτερα ισχυρές δυνάμεις.
Για την επίθεση κατά της Ελασσόνας ο αρχιστράτηγος, διάδοχος Κωνσταντίνος διέθεσε τις Ι, ΙΙ και ΙΙΙ ΜΠ και τα τάγματα Ευζώνων του συνταγματάρχη Κωνσταντινόπουλου. Ωστόσο, ελλείψει σοβαρών μέσων διαβιβάσεων και αποτελεσματικού ελέγχου των επιχειρήσεων από το «υπερφορτωμένο» στρατηγείο, ο συντονισμός των ενεργειών δεν κατέστη δυνατός.
Το Απόσπασμα Ευζώνων δεν είχε καν λάβει τη διαταγή επιχειρήσεων σύμφωνα με την οποία θα υπαγόταν στη διοίκηση της Ι ΜΠ. Έτσι ενήργησε αυτοβούλως, προωθούμενο βορειοανατολικά, και μόλις το μεσημέρι της 6ης Οκτωβρίου συνδέθηκε με τη μεραρχία. Η μάχη της Ελασσόνας όμως, η πρώτη του πολέμου, είχε ήδη κριθεί.
Η Ι ΜΠ είχε νωρίτερα διαβεί τη στενωπό της Μελούνας και είχε προωθηθεί, με δύο συντάγματα σε πρώτο κλιμάκιο, προς την κωμόπολη. Οι Τούρκοι κατείχαν με δύναμη συντάγματος, περίπου, τα περί την πόλη υψώματα. Διέθεταν επίσης και στοιχεία πυροβολικού. Η Ι ΜΠ, ως τις 10.00, είχε κινηθεί μέχρι το χωριό Τσαρίτσανη. Εκεί δέχτηκε και το καλωσόρισμα του τουρκικού πυροβολικού.
Ο διοικητής της, υποστράτηγος Εμμ. Μανουσογιαννάκης, διέταξε αμέσως την ανάπτυξη της μεραρχίας σε σχηματισμό μάχης. Αριστερά της Ι ΜΠ, η ΙΙ κινήθηκε επίσης προς την Ελασσόνα όταν δέχθηκε και αυτή τα πυρά του εχθρικού πυροβολικού. Αμέσως η μεραρχία αναπτύχθηκε σε σχηματισμό μάχης και επιτέθηκε κατά των εχθρικών θέσεων στο ύψωμα Παλιούρι. Οι Τούρκοι προέβαλαν ισχυρή αντίσταση αυτή τη φορά. Δεν ήταν όμως σε θέση να αντέξουν για πολύ.
Σταδιακά η αντίστασή τους κάμφθηκε, τόσο στον τομέα της ΙΙ ΜΠ, όσο και στον τομέα της Ι. Τα γύρω από την Ελασσόνα υψώματα καταλήφθηκαν από τις ελληνικές δυνάμεις, οι οποίες προωθήθηκαν σε απόσταση 7 χλμ. από την κωμόπολη, όπου και εγκατέστησαν προφυλακές.
Οι δύο ελληνικές μεραρχίες είχαν συνολικά υποστεί απώλειες 66 νεκρών και τραυματιών κατά τη διάρκεια της μάχης. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν επίσης ελαφρές. Στο δυτικό άκρο του μετώπου το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη είχε επίσης εξορμήσει κατά των τουρκικών θέσεων στο όρος Τρέτιμος, νότια της Δεσκάτης. Οι Τούρκοι είχαν αναπτυχθεί αμυντικά στο δύσβατο έδαφος και αντιμετώπισαν με θάρρος την ελληνική έφοδο.
Η μάχη της Δεσκάτης ήταν μια μονομαχία πεζικού, μονομαχία μεταξύ των οχυρωμένων Τούρκων και των ακατάβλητων Ευζώνων. Οι Εύζωνοι επικράτησαν και έτρεψαν σε άτακτη φυγή τους Τούρκους, καταδιώκοντάς τους σε απόσταση 8 χλμ. από τις αρχικές τους θέσεις. Λίγο νωρίτερα άνδρες του αποσπάσματος είχαν εισέλθει στη Δεσκάτη υπό τις επευφημίες των κατοίκων. Οι απώλειες του αποσπάσματος έφτασαν τους 19 νεκρούς και τραυματίες.
του Παντελή Καρύκα
Συγγραφέα – hellasforce.com
Το πρωί της ίδιας ημέρας οι ελληνικές δυνάμεις περνούσαν τη μεθόριο. Ένα κλίμα συγκρατημένου ενθουσιασμού επικρατούσε καθώς οι στρατιώτες απελευθέρωναν μέτρο το μέτρο χώματα ελληνικά. Οι μνήμες όμως του «μαύρου ‘97» δεν επέτρεπαν, προς το παρόν τουλάχιστον, την εκδήλωση άκρατου ενθουσιασμού.
Η ελληνική Στρατιά Θεσσαλίας είχε λάβει θέσεις γύρω από την εξέχουσα του Δαμασίου. Στο άκρο αριστερό, απέναντι από τη Δεσκάτη, είχε ταχθεί το Απόσπασμα Ευζώνων του συνταγματάρχη (ΜΧ) Στέφανου Γεννάδη, με δύο τάγματα Ευζώνων.
Το απόσπασμα αποτελούσε την ισχυρή πλαγιοφυλακή της στρατιάς. Νότια, στην κορυφή της εξέχουσας είχε ταχθεί η Ταξιαρχία Ιππικού, υπό τον υποστράτηγο Αλέξανδρο Σούτσο, με έδρα το χωριό Ζάρκο. Στην δεξιά πλευρά της εξέχουσας είχαν ταχθεί η IV Μεραρχία Πεζικού (ΜΠ), η III ΜΠ, η II ΜΠ και το Απόσπασμα Ευζώνων του αντισυνταγματάρχη (ΜΧ) Κωνσταντίνου Κωνσταντινόπουλου.
Η Ι ΜΠ είχε ταχθεί δίπλα στην ΙΙ. Πιο πίσω από τη μεθόριο είχαν ταχθεί οι V, VI και VII Μεραρχίες Πεζικού.
Με το πρώτο φως της 5ης Οκτωβρίου οι ελληνικές δυνάμεις πέρασαν τη μεθόριο. Οι εμπροσθοφυλακές τους συγκρούστηκαν με τις φρουρές των τουρκικών φυλακίων και τις ανάγκασαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους.
Οι Τούρκοι προέβαλαν ασθενή αντίσταση και, προφανώς βάση σχεδίου, αποσύρθηκαν βορειότερα. Μέχρι το βράδυ οι ελληνικές δυνάμεις, έχοντας απώλειες 46 νεκρούς και τραυματίες, είχαν προωθηθεί κατά μήκος της εξέχουσας του Δαμασίου και είχαν επανακτήσει την παλαιά γραμμή των συνόρων, όπως ήταν πριν το 1897.
Την επομένη η στρατιά συνέχισε την προώθηση. Το Γενικό Στρατηγείο, στο οποίο υπάγονταν απ’ ευθείας όλες οι μεραρχίες, στη διαταγή επιχειρήσεών του για την 6η Οκτωβρίου είχε διατάξει την κατάληψη της Ελασσόνας και της Δεσκάτης. Μπροστά από τις δύο κωμοπόλεις οι Τούρκοι είχαν εγκατασταθεί αμυντικά, αποφασισμένοι να τις υπερασπίσουν, αν και δεν διέθεταν ιδιαίτερα ισχυρές δυνάμεις.
Για την επίθεση κατά της Ελασσόνας ο αρχιστράτηγος, διάδοχος Κωνσταντίνος διέθεσε τις Ι, ΙΙ και ΙΙΙ ΜΠ και τα τάγματα Ευζώνων του συνταγματάρχη Κωνσταντινόπουλου. Ωστόσο, ελλείψει σοβαρών μέσων διαβιβάσεων και αποτελεσματικού ελέγχου των επιχειρήσεων από το «υπερφορτωμένο» στρατηγείο, ο συντονισμός των ενεργειών δεν κατέστη δυνατός.
Το Απόσπασμα Ευζώνων δεν είχε καν λάβει τη διαταγή επιχειρήσεων σύμφωνα με την οποία θα υπαγόταν στη διοίκηση της Ι ΜΠ. Έτσι ενήργησε αυτοβούλως, προωθούμενο βορειοανατολικά, και μόλις το μεσημέρι της 6ης Οκτωβρίου συνδέθηκε με τη μεραρχία. Η μάχη της Ελασσόνας όμως, η πρώτη του πολέμου, είχε ήδη κριθεί.
Η Ι ΜΠ είχε νωρίτερα διαβεί τη στενωπό της Μελούνας και είχε προωθηθεί, με δύο συντάγματα σε πρώτο κλιμάκιο, προς την κωμόπολη. Οι Τούρκοι κατείχαν με δύναμη συντάγματος, περίπου, τα περί την πόλη υψώματα. Διέθεταν επίσης και στοιχεία πυροβολικού. Η Ι ΜΠ, ως τις 10.00, είχε κινηθεί μέχρι το χωριό Τσαρίτσανη. Εκεί δέχτηκε και το καλωσόρισμα του τουρκικού πυροβολικού.
Ο διοικητής της, υποστράτηγος Εμμ. Μανουσογιαννάκης, διέταξε αμέσως την ανάπτυξη της μεραρχίας σε σχηματισμό μάχης. Αριστερά της Ι ΜΠ, η ΙΙ κινήθηκε επίσης προς την Ελασσόνα όταν δέχθηκε και αυτή τα πυρά του εχθρικού πυροβολικού. Αμέσως η μεραρχία αναπτύχθηκε σε σχηματισμό μάχης και επιτέθηκε κατά των εχθρικών θέσεων στο ύψωμα Παλιούρι. Οι Τούρκοι προέβαλαν ισχυρή αντίσταση αυτή τη φορά. Δεν ήταν όμως σε θέση να αντέξουν για πολύ.
Σταδιακά η αντίστασή τους κάμφθηκε, τόσο στον τομέα της ΙΙ ΜΠ, όσο και στον τομέα της Ι. Τα γύρω από την Ελασσόνα υψώματα καταλήφθηκαν από τις ελληνικές δυνάμεις, οι οποίες προωθήθηκαν σε απόσταση 7 χλμ. από την κωμόπολη, όπου και εγκατέστησαν προφυλακές.
Οι δύο ελληνικές μεραρχίες είχαν συνολικά υποστεί απώλειες 66 νεκρών και τραυματιών κατά τη διάρκεια της μάχης. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν επίσης ελαφρές. Στο δυτικό άκρο του μετώπου το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη είχε επίσης εξορμήσει κατά των τουρκικών θέσεων στο όρος Τρέτιμος, νότια της Δεσκάτης. Οι Τούρκοι είχαν αναπτυχθεί αμυντικά στο δύσβατο έδαφος και αντιμετώπισαν με θάρρος την ελληνική έφοδο.
Η μάχη της Δεσκάτης ήταν μια μονομαχία πεζικού, μονομαχία μεταξύ των οχυρωμένων Τούρκων και των ακατάβλητων Ευζώνων. Οι Εύζωνοι επικράτησαν και έτρεψαν σε άτακτη φυγή τους Τούρκους, καταδιώκοντάς τους σε απόσταση 8 χλμ. από τις αρχικές τους θέσεις. Λίγο νωρίτερα άνδρες του αποσπάσματος είχαν εισέλθει στη Δεσκάτη υπό τις επευφημίες των κατοίκων. Οι απώλειες του αποσπάσματος έφτασαν τους 19 νεκρούς και τραυματίες.
του Παντελή Καρύκα
Συγγραφέα – hellasforce.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου